Περισσότερα: Μοναδικά Λεξικά Δείτε διαδραστικά τα λεξικά και λογισμικά μας της νέας και της αρχαίας Αρχαία Ελλ. Γραμμ. Κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας Λεξιδρόμιο Παιχνίδια-Ασκήσεις Νέας-Αρχαίας μόνο με κλικ Πολυτονικός Ορθογράφος είναι και Αυτόματος Πολυτονιστής, χρησιμοποιεί τέσσερα λεξικά και δεν κάνει κανένα λάθος Επεκτάσεις Περιηγητών Τα λεξικά όπου και εάν είστε μόνο με ένα κλικ |
Η μεγαλύτερη πύλη της αρχαίας και νέας ελληνικής |
Λέξη: γεμάτος (Το μεγαλύτερο λεξικό Συνωνύμων - Αντιθέτων)
Δείτε και: Κλίση Αρχαίας Αναζήτ. στην Αρχ. Ελλην. ΓραμματείαΚλίση Νέας Γνωμικά κ.ά. Ομόρριζα Λεξικά Δημοτικού
Ετυμολογία: [<μσν. γεμᾶτος < ρ. γέμω]
Δείτε και: Κλίση Αρχαίας Αναζήτ. στην Αρχ. Ελλην. Γραμματεία
Ετυμολογία: [<μσν. γεμᾶτος < ρ. γέμω]
Επιλέξτε μία από τις σημασίες της λέξης για να δείτε τα συνώνυμά της | Ένδεικτικό συνώνυμο | Μέρος |
---|---|---|
που έχει κάτι σε μεγάλη αφθονία (κάμπος γεμάτος λουλούδια) (Έχει αντίθετα πεδίου) | πλήρης | Επίθ. 111 |
για ορισμένη χρονική περίοδο που ολοκληρώνεται (λείψαμε γεμάτους δύο μήνες) (Έχει αντίθετα) | συμπληρωμένος | Επίθ. 132 |
που έχει κάτι σε τόση ποσότητα, ώστε να μη χωράει (σχεδόν) τίποτα άλλο (το λεωφορείο είναι γεμάτο, να πάρετε το επόμενο) (Έχει αντίθετα) | γιομάτος | Επίθ. 207 |
που κυριαρχείται τελείως από κάποιο συναίσθημα (γεμάτος πόνο χάνεται στα δειλινά (Ν. Καρούζος)) | έμπλεος | Επίθ. 207 |
κάπως παχύς (ε όχι και χοντρή, απλώς είμαι λίγο γεμάτη) (Έχει αντίθετα) | παχουλός | Επίθ. 603 |
που φέρει γόμωση (γεμάτο πιστόλι) (Έχει αντίθετα) | γομωμένος | Επίθ. 1116 |
που χαρακτηρίζεται από αρτιότητα, πληρότητα, επάρκεια (έκθεση γεμάτη αντικειμενικά δεδομένα) | μεστός | Επίθ. 1146 |
Τα πάντα για τα αρχαία
Δεν μου κάνουν οι προτάσεις διόρθωσης
Μπορείτε να μετακινήσετε αυτό το παράθυρο
Είμαι |
Σας ευχαριστούμε!