Κακούργα ξενιτιά πώς μας κατάντησες;

ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ

 

Η Αρχαία Ελληνική πρόσφερε και εξακολουθεί να προσφέρει πολλές χιλιάδες λέξεις ή ρίζες λέξεων σε όλες τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες. Τέτοιες λέξεις όπως Ευρώπη, δημοκρατία, αναρχία, κυβερνητική, πολιτική, ιδέα κτλ. είτε είναι γνωστές είτε εύκολα αναγνωρίσιμες. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η ανίχνευση λέξεων που χρησιμοποιούμε στη Νέα Ελληνική και τις νομίζουμε ξένες, ενώ στην πραγματικότητα προέρχονται από ρίζες ελληνικών λέξεων. Είναι τα λεγόμενα αντιδάνεια, όπως αυτά που παραθέτουμε παρακάτω από το λεξικό μας των ομορρίζων (στο λεξικό αυτό βέβαια περιέχεται και κάθε άλλη λέξη από την ΑΕ ως σήμερα).

 

αμπούλα             < γαλλ. ampoule < λατ. ampulla < αρχ. ἀμφορά(ν) < αιτ. ἀμφορέα < ἀμφορεύς

αντιλόπη            < γαλλ. antilope < λατ. ant(h)alopus < μσν. ἀνθόλοψ

αντσούγια         < ιταλ. acciuga < δημώδες λατ. *apiu(v)a < αρχ. ἀφύη "μικρά ψάρια"

άρια                       < ιταλ. aria < λατ. aera < ἀήρ

αφιόνι                   < μσν. ἀφιόνιον < τουρκ. afyon < μτγν. ὄπιον < υποκορ. του αρχ. ὀπός

βασάλτης           < γαλλ. basalt(e) -ης < μσνλατ. basaltes < basanites (αντιγραφική παραδρομή) < αρχ. βασανίτης = βάσανος

γαλιάντρα          < ιταλ. *calandra < μτγν. κάλανδρος

γάμπα                  < ιταλ. gamba < μτγν. λατ. camba, gamba < αρχ. καμπή

γάντζος               < βεν. ganzo < αρχ. γαμψός

γαρίφαλο            < μσν. γαρόφαλο, γαρίφαλο < βεν. garofolo < μτγν. καρυόφυλλον

γκάζι                    < γαλλ. gaz < λατ. chaos < αρχ. χάος

γκάμα                  < ιταλ. gamma < αρχ. γάμμα

γκλάμουρ          <αγγλ. glamour<σκοτσέζ. glammar<αγγλ. grammar< γραμματική, αίγλη από την κατάκτηση της γνώσης

γκουβέρνο         < ιταλ. goberno < λατ. gubernum < guberno < αρχ. κυβερνῶ

γόμα                      < βεν. goma < ιταλ. gomma < λατ. commis < αρχ. κόμμι

γόνδολα              < ιταλ. gondola < λατ. *condua < μτγν. κόνδυ "ποτήρι, βάζο"

Γραικός               < < λατ. Graecus < αρχ. Γραικός, όν. των Ηπειρωτών Δωριέων

δραγόνος            < γαλλ. dragon < λατ. draconem (αιτ. του draco) "μυθικό τέρας" < αρχ. δράκων "φίδι"

δράμι                    < αραβ. dirhem < μσν. δράμιον < *δράχμιον, υποκορ. του δραχμή

ελιξίριο                < γαλλ. elixir < αραβ. al + iksir < μτγν. < ξηρίον (σκόνη για την επούλωση τραυμάτων) < αρχ. ξηρός

ετόλ                       < γαλλ. etole < λατ. stola "άμφιο" < αρχ. στολή "ρούχο"

καλάρω               < ιταλ. calare < αρχ. χαλῶ "χαλαρώνω, αφήνω να πέσει"

καλέμι                  < τουρκ. kalem < αραβ. kalam < αρχ. κάλαμος

κάλμα                  < ιταλ. calma < αρχ. καῦμα "μεγάλη ζέστη, που οδηγεί σε απραξία"

καλουμάρω      < ιταλ. calumar(e) ή βεν. calomar «ξετυλίγω και δένω σκοινί από το καράβι στο μόλο" < αρχ. χαλῶ "χαλαρώνω"

καλούμπα          < λατ. *calauma < *chalagma < μτγν. χάλασμα "χαλάρωμα"

καλούπι              < μσν. καλούπιν < τουρκ. kalip < αρχ. καλόπους / καλάπους "ξύλινο πόδι"

καμαριέρης       < βεν. camarier(e) -ης, camariera < λατ. camara < αρχ. καμάρα "θολωτό δωμάτιο"

κάμερα                < αγγλ. camera < αρχ. καμάρα

καμινάδα           < βεν. caminada < λατ. caminus < αρχ. κάμινος

καναπές              < γαλλ. canapé < μσν. λατ. conopeum < μτγν. κωνώπιον "ντιβάνι με κουνουπιέρα" < αρχ. κώνωψ

κανέλα                 < όψιμο μσν. < ιταλ. cannella, υποκορ. του λατ. canna "καλάμι" < μτγν. κάννη

κανόνι                  < βεν. canon < λατ. canna < μτγν. κάννη

κάνουλα             < λατ. cannula, υποκορ. του canna < αρχ. κάννα

καντάρι               < ιταλ. cantare < αραβ. qintar < μσν. κεντηνάριον "εκατό ουγγιές"

καράτι                  < ιταλ. carato < μσν. λατ. caratus < αρχ. κεράτιον, υποκορ. του κέρας

καρέκλα              < βεν. < charegla < cadegla < *cadegra < λατ. cathedra < αρχ. καθέδρα

καρίνα                 < λατ. carina "κέλυφος" < μτγν. καρύινος "αυτός που μοιάζει με καρυδότσουφλο" < αρχ. κάρυον

κάρτα                   < ιταλ. carta < αρχ. χάρτης

κόλπο                   < ιταλ. colpo < μσν. κόλπον < λατ. colaphus < αρχ. κόλαφος

κομεντί                < γαλλ. comedie < αρχ. κωμωδία

κορδέλα              < μσν. < βεν. cordela, υποκορ. του λατ. c(h)orda < αρχ. χορδή

κορδόνι               < βεν. cordon < c(h)orda < αρχ. χορδή

κορόνα                < λατ. corona < αρχ. κορώνη "κουρούνα"

λαζάνια               < ιταλ. lasagna < λατ. *lasania "τηγάνι" < lasanum "μαγειρικό σκεύος" < αρχ. λάσανα "τρίποδο στήριγμα σκεύους"

λάμπα                  < γαλλ. lamp(e)< λατ. lampada < αρχ. λαμπάς "πυρσός, φως"

λαμπίκος            < μσν. λαμπίκον < αραβ. al-ambiq ή μέσω του βεν. lambico < ἄμβυξ/ἄμβιξ "αποστακτήριο"

λάστιχο               < ιταλ. elastico < λατ. elasticus < μτγν. ἐλαστός < αρχ. ἐλατός < ἐλαύνω

λατέρνα               < τουρκ. laterna < ιταλ. lanterna < λατ. la(n)terna < αρχ. λαμπτήρ

λίμπα                    < ιταλ. limba < λατ. lembus "μικρό, γρήγορο ιστιοφόρο" < αρχ. λέμβος

μαρμελάδα        < γαλλ. marmelade < λατ. melimelum "γλυκό μήλο" < μτγν. μελίμηλον "βερίκοκο" < αρχ. μέλι + μῆλον

μορταδέλα         /μουρταδέλα < ιταλ. mortadella, υποκορ. του νεολατ. myrtatus < λατ. myrtus < αρχ. μύρτος

μπάζα                   < ιταλ. basa < λατ. basis < αρχ. βάσις "θεμέλιο"

μπαλένα              < ιταλ. balena < λατ. ballaena < αρχ. φάλαινα

μπάλος                < ιταλ. ballo "χορός" < ballare "χορεύω" ballare < αρχ. βαλλίζω "χοροπηδώ"

μπάνιο                 < ιταλ. bagno\λατ. balneum < ballineum < αρχ. βαλανεῖον "λουτρό"

μπαρούτι            < τουρκ. barut < μτγν. πυρῖτις

μπόγιας               < ιταλ. boia "δήμιος" < λατ. πληθ. bojae "κολάρο για βόδια" < αρχ. βόειαι, πληθ. του βοεία "λουρίδα από τομάρι βοδιού"

μπόρα                   < βεν. bora < λατ. boreas < αρχ. βορέας/βορρᾶς

μπουκάλι           < ιταλ. boccale < λατ. baucalis < μτγν. βαύκαλις "δοχείο για κρύωμα του κρασιού"

μπουντρούμι    < τουρκ. bodrum < αρχ. ἱππόδρομος , στα υπόγεια του οποίου ήταν κλεισμένα άγρια ζώα

μπουρίνι             < βεν. borin "ελαφρός βοριάς" < λατ. borinus < μτγν. βορεινός/βορινός "βοριάς"

μπούσουλας     < ιταλ. bussola < λατ. buxida < μτγν. πυξίς

μπράτσο             < μσν. < βεν. brazzo < λατ. bracchium < αρχ. βραχίων

παλάβρα             < ισπαν. palavra < λατ. parabola "παραβολή, λόγια του Χριστού" < μτγν. παραβολή (του Χριστού)

πάπας                   < αρχ. πάππας "μπαμπάς"

παρλάρω            < ιταλ. parlare "μιλώ, φλυαρώ" < λατ.parabola < αρχ. παραβολή

παρόλα                < ιταλ. parola < γαλλ. parole < λατ. parabola "παραβολή του Χριστού, ομιλία" < μτγν. παραβολή

πάστα                   < λατ. pasta < μτγν. πάστη "ζύμη" < αρχ. παστός

πέναλτι                < αγγλ. penalty < μσν. λατ. poenalitas < poenalis < λατ. poena "ποινή" < αρχ. ποινή

πιάτο                     < ιταλ. piatto < λατ. *platus < αρχ. πλατύς

πιάτσα                 < ιταλ. piazza < λατ. platea < αρχ. πλατεῖα < πλατύς

πιλότος                < παλ. ιταλ.       βεν. piloto < μσν. *πηδώτης < αρχ. πηδ(όν) "πηδάλιο"

πλαζ                      < γαλλ. plage < λατ. plagia "επικλινές έδαφος" < θηλ. του αρχ. πλάγιος

πόζα                      < ιταλ. posa < λατ. pausa < αρχ. παῦσις

ρούμπος              < ιταλ. rombo "ανεμολόγιο" < λατ. rhombus < αρχ. ῥόμβος

σαλπάρω            < ιταλ. salpare < μσν. λατ. serpare < μτγν. λατ. *exharpare < αρχ. ἐξ + ἁρπάζω

σενάριο               < ιταλ. scenario < λατ. scenarium, υποκορ. του scena < αρχ. σκηνή

σκίτσο                 < ιταλ. schizzo < λατ. schedium < αρχ. σχέδιον < σχέδιος

σπάλα                  < ιταλ. spalla < λατ. *spatula < αρχ. σπάθη

σπαρματσέτο   /σπερματσέτο< λατ. sperma ceti "σπέρμα φάλαινας" < αρχ. σπέρμα + αρχ. κῆτος

σπάτουλα          < βεν. spatola < λατ. spatoula, υποκορ. του spatha < αρχ. σπάθη

ταπετσαρία       < βεν. *tapezaria (πρβ. ιταλ. tappezzeria, βεν. tapezier "ταπετσιέρης") <αρχ. τάπης

ταπί                       < γαλλ. tapis "τα ρέστα μου!", αρχική σημ.: "πράσινη τσόχα που σκεπάζει το τραπέζι του παιχνιδιού" <αρχ. τάπης

τεφτέρι                 < τουρκ. tefter, defter -ι < αραβ. diftar < αρχ. διφθέρα στη σημ.: "γραφική ύλη"

τζίρος                   < ιταλ. giro < λατ. gyrus < μτγν. γῦρος

τόνος                     < ιταλ. tonno < λατ. tunnus < αρχ. θύννος

τούμπα                < μσν. τούμβα < λατ. tumba < αρχ. τύμβος

τουρισμός          < γαλλ. tourisme < tour "σύντομο ταξίδι" < λατ. tornus < αρχ. τόρνος

τουρνουά            < γαλλ. tournoi < αρχ. τόρνος

τσαμπούνα        < μσν. < ιταλ. zampogna < λατ. symphonia < αρχ. συμφωνία στην ελνστ. σημ.: "όνομα μουσικού οργάνου"

τσέμπαλο           < ιταλ. cembalo < λατ. cymbalum < αρχ. κύμβαλον

τσέρι                     < αγγλ. cherry < μτγν. λατ. ceresia < λατ. cerasus < αρχ. κέρασος "κερασιά"

τσίμα-τσίμα      < ιταλ. cima < λατ. cima/cyma "κύημα, νεαρός βλαστός" < αρχ. κύημα, άλλος τ. του κῦμα < κυῶ

τσιρότο                < ιταλ. cerotto < μτγν. κηρωτόν < κηρωτός "αλειμμένος με κερί" <ἀρχ. κηρός

φαντεζί                < γαλλ. fantaisie < αρχ. φαντασία

φιντάνι                 < τουρκ. fidan < μτγν. φυτάνη < αρχ. φύω + -άνη

φουντούκι          < τουρκ. fιndιk -ι < αραβ. < ελνστ. (κάρυον) Ποντικόν "καρύδι από την περιοχή του Πόντου" < Πόντος

χαρτόνι                < βεν. carton (στη νέα σημ.) < λατ. charta < αρχ. χάρτης


Αντιδάνεια

Σχεδιασμός - συγγραφή λεξικών: Γιώργος Μαλακός, Ξανθή Σκαρλάτου, Γαλάτεια Μπασέα, Ειρήνη Βλάχου
Προγραμματισμός και σχεδιασμός web: Ανδρέας Τάσσος

  • Εάν η εφαρμογή δεν ανταποκρίνεται ή βγάλει μήνυμα λάθους πατήστε το πλήκτρο F5 ( ανανέωση ).
  • Για να εκμεταλλευτείτε όλη την οθόνη και να μπείτε σε κατάσταση πλήρους οθόνης (ή για να βγείτε) πατήστε το πλήκτρο F11.
  • Μπορείτε να μεγαλώσετε ( ζουμ ) την εφαρμογή με "ctrl και +" και να τη μικρύνετε με "ctrl και -"

Ιστοσελίδα: www.lexigram.gr | e-mail: info@lexigram.gr | τηλέφωνα: +30 210 6458183

© περιεχομένου Lexigram



Σειριακός :


Είστε ο χρήστης :

Στη δοκιμαστική έκδοση βλέπετε μόνο την πρώτη "Οθόνη" του κάθε κεφαλαίου. Στην πλήρη έκδοση βλέπετε όλη την ύλη

Την πλήρη έκδοση την αγοράζετε πατώντας εδώ.